Δεν υπάρχουν και πολλές αμφιβολίες υπέρ τίνων δουλεύουν η ιδιοκτησία, η διεύθυνση και ένα μέρος των δημοσιογράφων της Καθημερινής, αν παρακολουθήσει κανείς συστηματικά την εφημερίδα το τελευταίο διάστημα. Respect στους υπόλοιπους δημοσιογράφους που εξακολουθούν να κάνουν υποδειγματικά τη δουλειά τους, ενώ η διάταξη των θεμάτων και οι τίτλοι που θέτει η διεύθυνση υπονομεύουν το περιεχόμενο των άρθρων. Ενδεικτικό παραδειγματάκι απ’ το φύλλο της Κυριακής 27/6/2010:
Στο πρωτοσέλιδο χτυπά το «πάγωμα» του δανείου του ΔΝΤ προς τη Ρουμανία, λόγω της απόφασης του ρουμανικού συνταγματικού δικαστηρίου περί αντισυνταγματικότητας των μέτρων που έχει λάβει κατά διαταγήν του ΔΝΤ η ρουμανική κυβέρνηση:
Μετά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας να κρίνει κάποια από τα μέτρα λιτότητας που ελήφθησαν εκεί ως αντισυνταγματικά, το ΔΝΤ ανέβαλε την καταβολή της πρώτης δόσης έκτακτου δανείου στη χώρα. Η προσφυγή κατά των μέτρων που επέβαλε το Ταμείο κατατέθηκε στις 16 Ιουνίου, η απόφαση ελήφθη την εβδομάδα που πέρασε και το ΔΝΤ «απάντησε» χθες.
Δεν είναι τυχαίο, φυσικά, αφού και το δικό μας Ελεγκτικό Συνέδριο ήδη έκρινε τέσσερα σημεία του αντιασφαλιστικού νομοσχεδίου ως αντισυνταγματικά. Επίσης, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, αλλά και διακεκριμένοι καθηγητές του Συνταγματικού Δικαίου όπως ο Κασιμάτης εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους για τη νομιμότητα των όσων συμβαίνουν σήμερα – η ίδια η Καθημερινή δημοσιεύει το άρθρο της Ιωάννας Μάνδρου σχετικά.
Ποια είναι, όμως, η ακριβής είδηση; Αν ανοίξει κανείς βέβαια τις εσωτερικές σελίδες, στο άρθρο της Ευριδίκης Μπερσή με τίτλο «Το ΔΝΤ «μπλόκαρε» δόση δανείου στη Ρουμανία» διαβάζουμε, μετά το ρεπορτάζ περί Ρουμανίας:
Ανάλογη απόφαση έχει εκδώσει και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Λεττονίας: […] «Οι περικοπές των συντάξεων αποτελούν παραβίαση του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση και των αρχών του δικαίου» αναφέρεται στην απόφαση, που εκδόθηκε την 21η Δεκεμβρίου 2009 και δεν επιδέχεται έφεση.
Το δικαστήριο υποχρέωσε την κυβέρνηση της Λεττονίας να επαναφέρει τις συντάξεις στο αρχικό ύψος τους […] Η κυβέρνηση συμμορφώθηκε με την απόφαση, ενώ οι εκπρόσωποι του μηχανισμού ΔΝΤ – Ε. Ε. συνέχισαν να χορηγούν κανονικά στη Λεττονία τις δόσεις του δανείου, συνολικού ύψους 7,5 δισ. ευρώ, παρότι ένας πυλώνας του Προγράμματος Σταθεροποίησης εξουδετερώθηκε […]
Αν όμως οι πολιτικές που επιβάλλει το ΔΝΤ αντί της ανάκαμψης οδηγούν σε βαθύτερη ύφεση, θα μπορούσε άραγε να τις καταγγείλει κανείς στο δικαστήριο ως ζημιογόνες για την εθνική οικονομία; Αυτό έκανε το 1999 η Συνομοσπονδία Τραπεζικών Υπαλλήλων της Νότιας Κορέας, ζητώντας αποζημίωση 400 εκατ. δολαρίων από το ΔΝΤ επειδή οι συμβουλές του οδήγησαν σε κλείσιμο πέντε τράπεζες. […] Το δικαστήριο της Σεούλ απέρριψε την αγωγή αποζημίωσης, επισημαίνοντας ότι καμία χώρα που έχει υπογράψει τις συνθήκες προσχώρησης στο ΔΝΤ δεν μπορεί να εγείρει δικαστικές αξιώσεις εις βάρος του.
Ενώ όμως οι αγωγές αποζημίωσης εις βάρος του ίδιου του ΔΝΤ δεν είχαν τύχη, οι δικαστικές προσφυγές κατά των μέτρων που αυτό επέβαλε δικαιώθηκαν και στην Ουκρανία.
Τι καταλαβαίνει κανείς; Ότι η Καθημερινή θέλει η ελληνική κυβέρνηση (στην οποία δεν έχει και πολύ εμπιστοσύνη) να απεμπλακεί από τις γνωστές ανοησίες της συνταγματικότητας και να προχωρήσει χωρίς εμπόδια, νομικά ή άλλα στην πλήρη παράδοση της χώρας στους γραφειοκράτες του ΔΝΤ κι αυτούς που εκπροσωπούν. Αυτό εξάλλου υποστηρίζει σε παραδιπλανή σελίδα και ο αρθρογράφος της εφημερίδας καθηγητής Θάνος Βερέμης, πρόεδρος του ΕΣΥΠ:
Η διεθνής κρίση έβαλε τέλος στην αμέριμνη μεγέθυνση του ελλείμματος και των χρεών μας και μας έθεσε ενώπιον της πραγματικότητας. Η αφύπνιση έπειτα από τρεις δεκαετίες κραιπάλης είναι βέβαια οδυνηρή. Μπορεί να αποδειχθεί όμως σωτήρια αν ο κ. Παπανδρέου τολμήσει να αναζητήσει εξωκοινοβουλευτικούς αρίστους για να στελεχώσουν το υπουργικό του συμβούλιο, όσο υπάρχει ακόμα καιρός.
Ο διευθυντής της εφημερίδας, Αλέξης Παπαχελάς, μ’ αφορμή την έκρηξη βόμβας στο γραφείο του υπασπιστή του υπουργού προστασίας του πολίτη, λέει ότι πρέπει να γίνουμε όπως οι άλλες χώρες όπου δεν συμβαίνουν λάθη στην ασφάλεια. Αντίθετα, φυσικά, μ’ όσα διαβάζει κανείς στο γειτονικό άρθρο με τίτλο «Εισβολές σε Λευκό Οίκο, Μπάκιγχαμ«. Παρακάτω, μπερδεύει εσκεμμένα την έννοια της «ασφάλειας» μ’ αυτήν της δημοκρατίας:
Μέσα στο μπάχαλο του μεταπολιτευτικού λαϊκισμού ό,τι είχε να κάνει με ασφάλεια λοιδορήθηκε και δαιμονοποιήθηκε. Οποιος ήθελε μια αστυνομία που να συλλέγει πληροφορίες και να κάνει τη δουλειά της θεωρείτο γραφικός ή ακραίος ή… ή…
Είναι προφανές πως μια κοινωνία που μπαίνει σε μεγάλες αναταράξεις και με έντονο ιστορικό τρομοκρατίας και βίας πρέπει να αλλάξει αν θέλει να αυτοπροστατευθεί και να θωρακίσει τη δημοκρατία της. Οι πολίτες, όποιοι κι αν είναι, ό,τι ιδέα και αν έχουν για τον εαυτό τους, οφείλουν να τηρούν όποιους κανόνες ασφαλείας επιβάλλει το νόμιμο κράτος. Αλλιώς οφείλουν να υφίστανται τις συνέπειες του νόμου! Και ταυτόχρονα το κράτος πρέπει να εκπαιδεύσει μια νέα γενιά αστυνομικών κ. ά. σε συνθήκες επαγγελματισμού και με τη νοοτροπία πως «δεν με νοιάζει αν είσαι ο Πάπας, από εδώ δεν περνάς χωρίς έλεγχο». […]
Αν δεν αλλάξουμε λοιπόν το «στραβό μας το κεφάλι», ξεριζώνοντας τα χαλασμένα κύτταρα που παράγουν ενστικτωδώς τέτοιες δήθεν «ψαγμένες» βλακείες, αν δεν σοβαρευτούμε ως κράτος και ως κοινωνία, το πρόβλημα της ασφάλειας στη χώρα θα γίνει πολύ πιο οξύ με σημαντικές συνέπειες.
![]()
ΥΓ. Ο «συνήθης ύποπτος» Μπάμπης Παπαδημητρίου σ’ ένα περίεργο άρθρο, που αξίζει να διαβαστεί, με θέμα τις ελληνικές τράπεζες και το «ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας» (χρηματοδότησης των τραπεζών δηλαδή) που προβλέπει το μνημόνιο, κλείνει μνημειωδώς ως εξής:
Το εμπόδιο είναι το κράτος. Ο καθηγητής Βασίλης Ράπανος, πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας, σημείωσε προχθές ότι «στη χώρα μας συνέβη το αντίθετο» από εκείνο που έπαθαν όσες χώρες αύξησαν τα κρατικά τους ελλείμματα για να προστατεύσουν τις τράπεζές τους. Το κράτος, όπως και στην περίοδο 1979-1992, φορτώνει τα προβλήματά του στις τράπεζες. Αν ακόμη αναρωτιέστε γιατί όλες μαζί δεν «αξίζουν» περισσότερο από 15 δισ. όταν τα ελληνικά ομόλογα ξεπέφτουν κι άλλο, κάντε τον υπολογισμό της ζημιάς που θα προκαλέσει «μικρό» haircut στο χαρτοφυλάκιο των 40 δισ. ομολόγων. Μήπως δεν φτάνουν ούτε τα 10 δισ. που θα πάρει προίκα το Ταμείο;